πατροκτονία

πατροκτονία
(Νομ.). Ο φόνος του πατέρα από το παιδί του. Η πράξη του πατροκτόνου. Κατά το αρχαιότατο άγραφο ελληνικό δίκαιο, π. ήταν και ο φόνος κάθε ατόμου ενός γένους, από μέλος του ίδιου γένους. Το αδίκημα το θεωρούσαν καθαρά οικογενειακό και το δίκαζαν σε δικαστήριο του γένους, χωρίς να επεμβαίνει η πολιτεία. Η συνηθισμένη ποινή ήταν η εξορία (αειφυγία). Ο Δράκων, που κωδικοποίησε τους άγραφους νόμους στη συλλογή Φονικοί νόμοι, καταχώρησε αυτούσιο τον μέχρι τότε άγραφο αυτό νόμο. Το νόμο δεν τον έθιξε ούτε ο Σόλων, αν και είχε γίνει κοινή συνείδηση ότι η εξορία ήταν πολύ επιεικής καταδίκη. Πολλοί άλλωστε πατροκτόνοι έσπευδαν μόνοι τους να φύγουν, πριν δικαστούν. Στην αρχαία Ρώμη αρχικά χαρακτηριζόταν π. κάθε φόνος πολίτη και κάθε αδίκημα εναντίον της πατρίδας. Αργότερα π. λέγονταν οι δολοφόνοι συγγενών τους. Ο Πομπήιος (70 π.Χ.) περιόρισε την π. στο φόνο αδελφών, συζύγων και πατρώνων. Ποινή της π. ήταν ο θάνατος, είτε στη φωτιά είτε ως βορά του ενόχου στα θηρία, αν και πολλές φορές χρησιμοποιούσαν και τον πνιγμό στη θάλασσα. Κατά τον πρώτο γερμανικό κώδικα, η ποινή της π. ήταν ο θάνατος στον τροχό, αφού πρώτα βασάνιζαν τον ένοχο με πυρωμένα σίδερα (1532). Στη Γαλλία, πριν από την επανάσταση, τιμωρούσαν την π. με κόψιμο του δεξιού χεριού και μετά με θάνατο με μαστίγωση. Έπειτα έκαιγαν το σώμα και σκορπούσαν τη στάχτη στον άνεμο. Η ποινή αυτή διατηρήθηκε έως το 1832. Οι νεότερες νομοθεσίες χαρακτηρίζουν την π. έγκλημα. Η συγγένεια μεταξύ θύματος και πατροκτόνου θεωρείται επιβαρυντικό στοιχείο για τον ένοχο.
* * *
ἡ, ΝΜΑ [πατροκτόνος]
ο φόνος τού πατέρα από το παιδί του, έγκλημα που οι σύγχρονες νομοθεσίες και ο Ελληνικός Ποινικός Κώδικας τιμωρούν ως ανθρωποκτονία, ενώ οι παλαιές νομοθεσίες προέβλεπαν ιδιαίτερο αδίκημα πατροκτονίας, για το οποίο η ποινή ήταν πάντοτε ο θάνατος.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • πατροκτονία — πατροκτονίᾱ , πατροκτονία murder of a father fem nom/voc/acc dual πατροκτονίᾱ , πατροκτονία murder of a father fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πατροκτονίᾳ — πατροκτονίαι , πατροκτονία murder of a father fem nom/voc pl πατροκτονίᾱͅ , πατροκτονία murder of a father fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πατροκτονία — η φόνος πατέρα από παιδί …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • πατροκτονίας — πατροκτονίᾱς , πατροκτονία murder of a father fem acc pl πατροκτονίᾱς , πατροκτονία murder of a father fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πατροκτονίαι — πατροκτονία murder of a father fem nom/voc pl πατροκτονίᾱͅ , πατροκτονία murder of a father fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πατροκτονίαν — πατροκτονίᾱν , πατροκτονία murder of a father fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πατροκτόνιον — τὸ, Α πατροκτονία. [ΕΤΥΜΟΛ. Μεταπλασμένος τ. τού πατροκτονία με αλλαγή γένους] …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • πατροκτασία — ἡ, ΝΑ η πατροκτονία, ο φόνος τού πατέρα από το παιδί του. [ΕΤΥΜΟΛ. < πατήρ, πατρός + κτασία < *κτατος (< θ. κτα , πρβλ. ἔ κταν ον, αόρ. β τού κτείνω «σκοτώνω»), πρβλ. ανδρο κτασία] …   Dictionary of Greek

  • πατροκτόνος — ο, η / πατροκτόνος, ον, ΝΜΑ αυτός που φονεύει τον πατέρα του αρχ. 1. αυτός που αναφέρεται στην πατροκτονία (α. «πατροκτόνον μίασμα» το μόλυσμα τής πατροκτονίας, Αισχύλ. β. «πατροκτόνος δίκη» η τιμωρία τής πατροκτονίας, Σοφ.) 2. φρ. «χεὶρ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”